in

Ομιλία του αντιδημάρχου Πολιτισμού και ΚΕΠ του Δήμου Καλλιθέας, Λ. Λασκαρίδη, στην παρουσίαση του συγγραφικού έργου του Δημήτρη Ντούσα

Ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών του Δήμου Καλλιθέας, Λάζαρος Λασκαρίδης, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του συγγραφικού έργου του Δημήτρη Ντούσα, που έλαβε χώρα χθες στο 1ο Δημοτικό Σχολείο της πόλης, έκανε τις ακόλουθες επισημάνσεις:

«Είναι μεγάλη χαρά να παρακολουθείς είτε εκ του μακρόθεν είτε εκ του σύνεγγυς το συγγραφικό έργο ενός συντοπίτη σου, που από τη μια, ως ενεργεία εκπαιδευτικός -σε αυτόν το χώρο που βρισκόμαστε απόψε- μεταλαμπαδεύει τις γνώσεις του σε παιδιά του δημοτικού σχολείου, κι από την άλλη συνεισφέρει, με τα βιβλία του, στον προβληματισμό και στη διεύρυνση των πνευματικών ορίων ενός εξειδικευμένου ακροατηρίου.

Πιάνοντας το έργο του Δημήτρη Ντούσα από την αρχή, δεν έχουμε διαφορετική επιλογή από το να σταθούμε με καθαρό μάτι, όχι μόνο στις πληροφορίες που μας παραθέτει για τις ιστορικές καταβολές των αθιγγάνων και την πορεία τους –μαρτυρική κι αλλιώτικη- στο χρόνο αλλά και στην εμφανή προσπάθειά του να τους «διαβάσουμε» διαφορετικά, μέσα από το δικό τους βιωματικό δρομολόγιο.

Συγχρόνως, μέσα από τις αναγνώσεις του αρχικού του έργου, αναδεικνύονται ζητήματα όχι μόνο κοινωνικά αλλά και ταξικά. Διότι ταξικά θέματα είναι τόσο η θέση της γυναίκας, όσο και τα προνόμια στον τομέα της γνώσης. Για να γίνουμε πιο σαφείς:

Σε εξαιρετικά κλειστές κοινωνίες, όπως αυτές που παρουσιάζει και αναλύει στα τρία πρώτα βιβλία του ο συγγραφέας, είναι ακόμα πιο δυσχερής η θέση της γυναίκας, τόσο από τους οικείους της, όσο και από το περιβάλλον που δεν την περιστοιχίζει αλλά την παρακολουθεί σε υπέρμετρα απαξιωτικούς τόνους. Και οι δύο –άμεσο περιβάλλον και ευρύτερη κοινωνία- προχωρούσαν στην ανάγνωση της γυναίκας ως εξαρτήματος εκμετάλλευσης, ηδονής και παραβατικότητας. Ρόλων, που δεν της απέδωσε η φύση αλλά η ανδροκρατική λειτουργία, η οποία δεν έλκει τις καταβολές της μόνο από την παράδοση αλλά κι από την κοινωνική-ταξική λειτουργία. Αφού, δεν δικαιούται κάποιος που κρίνει τον άλλο ανάλογα με το φύλο του, το χρώμα του ή τα σωματικά του χαρακτηριστικά, να μη βασίζει το απαίδευτο ποιόν του, σε φασίζουζες καταβολές ενός δυνάστη. Ενός νέο-δυνάστη καταπιεζόμενου από άλλους ισχυρά κρατούντες, από τους οποίους αντιγράφει τα σκληρά τους χαρακτηριστικά και τα εφαρμόζει σε περισσότερο –κι από εκείνον ακόμα- κοινωνικά ευάλωτους. Όπως και να προσπαθούμε να το ερμηνεύσουμε διαφορετικά, το «έτσι τα βρήκαμε, έτσι θα τα’ αφήσουμε», υποκρύπτει λογικές θανάσιμες για την πρόοδο και την εξέλιξη. Τόσο της ανθρώπινης οντότητας, όσο του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Ο συγγραφέας και στα επόμενα έργα του διακρίνεται από την καλλιεργημένη επιμονή του στην ανάλυση, είτε της θεωρίας που δείχνει να του είναι περισσότερο προσφιλής, της μαρξιστικής, είτε της θρησκευτικά ορθόδοξης, γραφής. Στον ομιλούντα, με αφορμή το 4ο και 5ο βιβλίο, κατά σειρά έκδοσης, του κ. Ντούσα, έρχονται συνειρμικά οι δικές του αναζητήσεις, στα 15 του χρόνια, όταν στα ιστορικά έδρανα του φιλολογικού

συλλόγου «Παρνασσός», προσπαθούσε κι εκείνος, ως μαθητής γυμνασίου, να βρει τις σχέσεις μεταξύ Μαρξισμού και Ορθοδοξίας, από τα χείλη ενός παράδοξου –για τα δεδομένα της εποχής- πάνελ, με τη συμμετοχή του Κώστα Ζουράρι, του Κωστή Μοσκόφ, του Λευτέρη Ελευθερίου (του Κέντρου Μαρξιστικών Σπουδών), του Στέλιου Ράμφου και των κεκοιμημένων προσφάτως, πατέρων, Αθανασίου Γιέφτιτς και Γεωργίου Μεταλληνού.

Και μετά από αυτή την παρένθεση στις «μέρες του ‘83» ερχόμαστε στον απόλυτα σύγχρονο Ντούσα, εκείνον που καταπιάνεται με τη «Φιλοσοφία και (την) Κοινωνιολογία της Γλώσσας», με το ίδιο αδιαπραγμάτευτα ερευνητικό πνεύμα. Και δεν θα το χαρακτήριζα απλά ερευνητικό αλλά αντί-εμμονικό πνεύμα. Διότι δεν είναι μόνο ο πλουραλισμός στη βιβλιογραφία που συνιστά την κατάθεση δημιουργικών απόψεων, είτε και –εντός εισαγωγικών- μεταφορικά, αντιπαραθέσεων μεταξύ ακάματων εργατών του αντικειμένου που εξετάζει (ενδεικτικά θα αναφέρω τους Σοσίρ, Βολόσινοφ, Μαρτινέ, Λισάν) αλλά υπερβαίνει εαυτόν, παραθέτοντας και υιοθετώντας θέσεις του Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς σχετικά με τον Μαρξισμό και τη Γλωσσολογία. Και, χαρακτηρίζω, αντί-εμμονικό τον κ. Ντούσα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις τροτσκιστικές καταβολές του. Από αυτή τη δισέλιδη παράθεσή του, πέραν του προαναφερόμενου σχολίου για τον συγγραφέα, κρατώ το ότι υπήρξαν ιστορικά, ελάχιστοι έστω, ηγέτες-ερευνητές, όπως ήταν ο Στάλιν, ενώ –πλησιάζοντας προς το τέλος της παρέμβασής μου- θα σταθώ και λίγο στα καθ’ ημάς, ασκώντας και λίγο την καλόπιστη κριτική μου στον συγγραφέα. Διότι ναι μεν συνέβησαν απόλυτα τα γεγονότα λογοκρισίας, επί κυβερνήσεως Βενιζέλου, το 1917, που

περιγράφει, δεν αναφέρεται και σε μια άλλη λογοκρισία (διότι λογοκρισία ήταν κι εκείνη, ασχέτως το ότι δεν έτυχε νομοθετικού περιβλήματος) που ασκήθηκε με τους βανδαλισμούς κατά Φιλελεύθερων εφημερίδων από παρακρατικούς του Στέμματος, στην καταραμένη για τον τόπο, περίοδο του Εθνικού Διχασμού. Κι ήταν καταραμένη διότι, φοβούμαι, ότι σε αρκετές από τις διακυμάνσεις της, υπερίσχυσαν τα προσωπικά από τα εθνικά-πολιτικά χαρακτηριστικά.

Και για να μην κακοκαρδίσω κανέναν, ούτε τον συγγραφέα, αλλά ούτε τον κύριο Γκίκα, που θα με διαδεχτεί στο μικρόφωνο και αισθάνομαι εξαιρετικά ευτυχής που με τιμά με τη φιλία του, θα σταθώ στον Κωνσταντίνο Ζαβιτσιάνο, στον οποίο βασίζει και ο κ. Ντούσας τις αναφορές του για τη συγκεκριμένη περίοδο. Κι αυτό, εκτιμώ, ότι θα μας βρει όλους σύμφωνους.

Αυτός ο Κερκυραίος πολιτικός, ο οποίος σχοινοβατούσε μεταξύ Βενιζέλου και Παλατιού κατά την υπέρ-25ετή πολιτική του πορεία, νομίζω ότι σε 18 λέξεις είχε περιγράψει όσο πιο αντικειμενικά επιτρέπει η ανθρώπινη ιδιότητα, τους δύο πρωταγωνιστές του Εθνικού Διχασμού: «Δυστυχώς, είχαμε έναν βασιλιά που ήθελε να κάνει τον πρωθυπουργό κι έναν πρωθυπουργό που ήθελε να βασιλεύει»!

ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Σοκ σε καφετέρια στη Τουρκία: Ξυλοκοπά την πρώην γυναίκα του μπροστά στο μωράκι τους (vid)

«Γαλανόλευκη κυρία, γράφεις πάλι ιστορία» στα μεγάλα σαλόνια η Καλλιθέα!!!